Ήδη στο γεωπολιτικό προσκήνιο, η χώρα προετοιμάζεται για νέες απευθείας πτήσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην πρωτεύουσα Νουούκ, η αναμενόμενη εισροή τουριστών γεννά ενθουσιασμό και ανησυχία.
Στεκόμενη στο ηλιοβασίλεμα στον πεζόδρομο που αγκαλιάζει την οδοντωτή δυτική άκρη της Νουούκ, της πρωτεύουσας της Γροιλανδίας, ένιωσα ταυτόχρονα ασήμαντη και μεγαλόπνοη. Τα γυαλιστερά νερά του φιόρδ, οι φλέβες γρανίτη που έκαναν τα χιονοσκέπαστα βουνά να μοιάζουν με μπισκότα με ρωγμές, η καθαρότητα του βόρειου φωτός – όλα αυτά μαζί, με την απεραντοσύνη τους, με έκαναν να νιώσω μικροσκοπική, ενώ η ομορφιά τους ανέβασε το ηθικό μου στα ύψη. Μα πάνω απ’ όλα με συγκλόνισε η βαθιά σιωπή που απλωνόταν, βαριά και πυκνή, σαν να μου είχε φορέσει το σύμπαν ακουστικά ακύρωσης θορύβου. Η σιωπή αυτή ήταν ακόμη πιο εντυπωσιακή, επειδή είχα φτάσει στην πιο θορυβώδη ίσως περίοδο στην ιστορία της Γροιλανδίας. Τα τελευταία χρόνια, η πόλη γνωρίζει μια δυναμική οικοδομική έκρηξη – νέες κατοικίες, ένα νέο αεροδρόμιο.
Όμως ο θόρυβος είναι εξίσου μεταφορικός όσο και κυριολεκτικός. Από τότε που ο Ντόναλντ Τραμπ αναζωπύρωσε την πρόθεση να διεκδικήσει τη Γροιλανδία για τις ΗΠΑ, η χώρα βρίσκεται στο άβολο επίκεντρο των παγκόσμιων γεωπολιτικών συζητήσεων, με συνεχή ροή δημοσιογράφων και πολιτικών να το επιβεβαιώνει. Και θα γίνει ακόμα πιο «θορυβώδης» τον Ιούνιο, όταν η United Airlines θα γίνει η πρώτη αμερικανική αεροπορική εταιρεία που θα προσφέρει απευθείας πτήσεις από τις ΗΠΑ – ένας από τους λόγους που η Γροιλανδία συγκαταλέγεται στους «52 Προορισμούς για να πάτε φέτος». Το ταξίδι μου τον Απρίλιο δεν ήταν το πρώτο στη Γροιλανδία. Όμως αυτή τη φορά ένιωθα πόσο πολλά διακυβεύονταν.
Η προσέγγιση με το αεροπλάνο κόβει την ανάσα, όπως πάντα. Όμως μόλις πατήσαμε το πόδι μας στο έδαφος, ήταν σαφές πως τα πράγματα αλλάζουν: ο νέος διάδρομος και ο λαμπερός τερματικός σταθμός έκαναν την πρόσβαση στην πρωτεύουσα των 57.000 κατοίκων πιο εύκολη από ποτέ. Η Νουούκ διατηρεί τον τραχύ χαρακτήρα μιας παραμεθόριας πόλης. Μπορεί να μην έχει τα θεαματικά τοπία του Ιλουλίσατ στα βόρεια (που σύντομα θα αποκτήσει και αυτό διεθνές αεροδρόμιο), όμως η φύση επιβάλλεται και εδώ. Αφού εγκαταστάθηκα σε ένα καινούργιο φωτεινό Airbnb, ξεκίνησα από το παλιό κέντρο της πόλης, όπου ξεχωρίζει η ξύλινη κόκκινη εκκλησία του Σωτήρος (1849) και το άγαλμα του Δανό-Νορβηγού ιεραπόστολου Χανς Έγκεδε στην κορυφή του λόφου – σύμβολα της αποικιακής κληρονομιάς της χώρας.
Εκεί κοντά βρίσκεται το γλυπτό της «Μητέρας της Θάλασσας», που απεικονίζει την Ινουίτ θεά Σέντνα, καθώς και το εξαιρετικό Εθνικό Μουσείο της Γροιλανδίας, με εκθέματα όπως εσώρουχα από δέρματα πουλιών με τα φτερά ακόμη επάνω, και τρεις κατεψυγμένες μούμιες. Στο σύγχρονο κέντρο της πόλης, η κληρονομιά του αποικισμού είναι παρούσα: στις γκρίζες πολυκατοικίες όπου μετεγκαταστάθηκαν βίαια οικογένειες από τη δανική κυβέρνηση τη δεκαετία του ’70, στο πολιτιστικό κέντρο Katuaq με την κυματιστή πρόσοψη που θυμίζει βόρειο σέλας (έργο Δανών αρχιτεκτόνων), και στα σούπερ μάρκετ που ανήκουν σε δανέζικες αλυσίδες.
«Η Γροιλανδία δεν πωλείται»
Ο πιο κοντινός όρος στο «trendy» στη Νουούκ είναι ίσως η σχεδιάστρια Bibi Chemnitz, με τη μπουτίκ της να συνδυάζει streetwear με μοτίβα εμπνευσμένα από τατουάζ των Ινουίτ. Πρόσφατα, προσέθεσε μπλουζάκια με το σύνθημα «Greenland Is Not for Sale» στη συλλογή της. Όταν ρώτησα τον σύζυγό της, Ντέιβιντ Ρόγκιλντς, πώς νιώθει για την άφιξη πτήσεων από μια χώρα της οποίας ο πρόεδρος θα διαφωνούσε με αυτό το μήνυμα, απάντησε: «Λυπάμαι τους Αμερικανούς. Αλλά είναι ευπρόσδεκτοι». Δημοσκόπηση έδειξε πως το 85% των Γροιλανδών αντιτίθενται στην ένταξη στις ΗΠΑ – 1% περισσότεροι απ’ όσους θέλουν ανεξαρτησία από τη Δανία. Κι όμως, σχεδόν όλοι όσοι συνάντησα ανυπομονούσαν για περισσότερους Αμερικανούς επισκέπτες.
Ο τουρισμός αποτελεί σημαντική οικονομική ελπίδα για μια χώρα όπου σχεδόν το 50% του ΑΕΠ προέρχεται από την αλιεία και την ετήσια επιχορήγηση της Δανίας. Ο στόχος είναι να φτάσει το 40% του ΑΕΠ μέσα στην επόμενη δεκαετία. Ωστόσο, η ανησυχία είναι αισθητή. Η κλιματική αλλαγή καθιστά τα λιμάνια πιο προσβάσιμα και τα κρουαζιερόπλοια πολλαπλασιάζονται. Φέτος, 77 πλοία θα σταματήσουν στη Νουούκ, μερικά μεταφέροντας πάνω από 2.000 επιβάτες.
Κατά τη διάρκεια ενός εξαιρετικού ταϊλανδέζικου δείπνου, η συγγραφέας Νιβιάκ Κορνελιούσεν, όταν ρωτήθηκε για τον μαζικό τουρισμό, δεν μίλησε για ακρίβεια ή ρύπανση. «Απλώς μιλούν πολύ δυνατά», είπε. «Οι Γροιλανδοί μιλούν σιγά. Όταν έρχονται κρουαζιερόπλοια, δεν βγαίνουμε από το σπίτι.» Η μεγαλύτερη απειλή, λέει, είναι η διάβρωση της τοπικής κουλτούρας και κοινωνικής ευαισθησίας – του να φωτογραφίζεις χωρίς άδεια, να κοιτάς μέσα από παράθυρα ή να αδειάζεις τα μανάβικα σε μικρούς οικισμούς. «Δεν καταλαβαίνουν ότι δεν θα έχει άλλο φορτίο για μία εβδομάδα.» Μου έγινε ξεκάθαρο γιατί κάποιοι νιώθουν πως χάνουν τα “δικά τους” μέρη όταν βρήκα το Μουσείο Τέχνης της Νουούκ κλειστό για ιδιωτική προβολή για τουρίστες. Όταν το επισκέφτηκα την επόμενη μέρα, με συγκίνησαν έργα όπως η εγκατάσταση “Arctic Hysteria” της Πία Άρκε. Η υπάλληλος του μουσείου, Λένα Άντερσεν, είπε: «Όλοι είναι ευπρόσδεκτοι. Απλώς, μην μας ποδοπατήσετε».
«Θα το προστατεύσουμε»
Για να αποτραπεί αυτό, ψηφίστηκε νόμος που επιτρέπει την ξενάγηση μόνο από νομίμους κατοίκους. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το εργαστήριο Ajagaq, όπου Ινουίτ τεχνίτες σκαλίζουν κοσμήματα από κέρατα ταράνδων και οστά βόδιων του μόσχου. Όπως ο Σάμουελ Κορνελιούσεν, που εκείνη τη μέρα δούλευε πάνω σε μια φιγούρα πολικής αρκούδας. «Μου αρέσει να δουλεύω με τον ρυθμό μου», είπε. Ήθελα κι εγώ να νιώσω τη φύση της Νουούκ. Αν και ήταν αργά για έλκηθρα με σκυλιά ή χιονοπέδιλα, μπήκα σε βάρκα για μια εκδρομή στο φιόρδ. Ο 22χρονος ξεναγός Κουούκ Μπέρτελσεν μάς πήγε στο εγκαταλελειμμένο ψαροχώρι Qoornoq και μας δίδαξε πώς να ψαρεύουμε. Μέσα σε 30 λεπτά, είχαμε εννέα μπακαλιάρους στο κατάστρωμα. «Δεν φοβάσαι μήπως οι τουρίστες καταστρέψουν αυτό το τοπίο;» τον ρώτησα. «Όχι ιδιαίτερα», απάντησε. «Θα το προστατεύσουμε».
Στο τελευταίο μου βράδυ, έμεινα στα Aurora Huts – γυάλινες “ιγκλού” με θέα το φιόρδ. Οι γείτονες, τουρίστες, έπιναν, τραγουδούσαν και έπαιζαν μουσική από τα κινητά τους. Μα όταν έκλεισα την πόρτα, η βαριά σιωπή της Γροιλανδίας επέστρεψε. Και τότε ένιωσα πως δεν είχα ξαναβρεθεί κάπου που να με κάνει να συνειδητοποιήσω τόσο έντονα την επίδρασή μου – για καλό ή κακό – ως επισκέπτρια. Επισκεφτείτε λοιπόν τη Γροιλανδία. Βυθιστείτε στον συναρπαστικό πολιτισμό της. Περπατήστε ελαφρά, αφήστε το τοπίο να σας συγκινήσει. Ξοδέψτε στα τοπικά μαγαζιά. Μην αγοράσετε όλα τα φρούτα. Και θυμηθείτε: η Γροιλανδία δεν είναι δική μας – αλλά αξίζει να την προστατεύσουμε. Απλώς… χαμηλώστε λίγο τη φωνή σας.
