Σε έναν κόσμο που μοιάζει να ακροβατεί καθημερινά στην κόψη του ξίφους, με την ένταση στη Μέση Ανατολή να κλιμακώνεται απειλητικά και τις υπερδυνάμεις να δίνουν τον τόνο, ο Ντόναλντ Τραμπ επέλεξε για ακόμη μία φορά να βάλει την προσωπική του σφραγίδα στην παγκόσμια ιστορία. Με μία και μόνο ανάρτηση στο Truth Social, ο πρόεδρος των ΗΠΑ διακήρυξε ότι η εκεχειρία μεταξύ Ισραήλ και Ιράν έχει ήδη συμφωνηθεί και τίθεται σε ισχύ, στέλνοντας παράλληλα το δικό του χαρακτηριστικό μήνυμα: «Παρακαλώ, μην την παραβιάσετε». Όμως, η ειρήνη στη Μέση Ανατολή δεν είναι ούτε απλή ούτε βέβαιη – και η δήλωση Τραμπ περισσότερο μοιάζει με απόπειρα πολιτικής ηγεμονίας πάνω στις φλόγες του πολέμου, παρά με τετελεσμένο γεγονός.
Η αλήθεια είναι πως κανένα από τα εμπλεκόμενα μέρη δεν έχει επιβεβαιώσει επισήμως την κατάπαυση του πυρός. Αντιθέτως, οι εικόνες από τις πληγείσες ισραηλινές πόλεις και η διαρκής ροή αναφορών για νέες ιρανικές επιθέσεις δείχνουν ότι η πραγματικότητα στο έδαφος παραμένει ρευστή. Το Ιράν εξαπέλυσε έξι κύματα επιθέσεων σε ισραηλινό έδαφος, με τουλάχιστον τέσσερις νεκρούς στη Μπερ Σεβά, ενώ η κρατική του τηλεόραση – χωρίς καμία σαφή αναφορά σε συμφωνία – ανακοίνωσε ότι «επέβαλε κατάπαυση του πυρός στον εχθρό» μέσω των επιτυχημένων πυραυλικών πληγμάτων και της λαϊκής συσπείρωσης. Στην Ιερουσαλήμ, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου παραμένει σιωπηλός, συνεδριάζοντας εκτάκτως με το Υπουργικό Συμβούλιο Ασφαλείας, ενώ ζητά από τους υπουργούς του απόλυτη αυτοσυγκράτηση στις δηλώσεις. Η εκεχειρία, όπως παρουσιάζεται από την Ουάσινγκτον, προβλέπει πρώτη παύση πυρός από πλευράς Ιράν και αντίστοιχη ισραηλινή αποχή εντός 12 ωρών. Όμως το πεδίο εξακολουθεί να φλέγεται.
Κι όμως, ο Ντόναλντ Τραμπ μιλά για έναν «πόλεμο 12 ημερών» που τερματίστηκε χάρη στη δική του παρέμβαση. «Το Ισραήλ και το Ιράν ήρθαν σε μένα, σχεδόν ταυτόχρονα, και μου είπαν: ΕΙΡΗΝΗ!», έγραψε, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως τον μοναδικό δίαυλο μεταξύ δύο εχθρών με αιματηρό παρελθόν. Το αφήγημα της μεγαλοπρεπούς ειρήνευσης δεν είναι απλώς ένα προσωπικό του αφήγημα: είναι πολιτικό εργαλείο, εκλογική στρατηγική και προσπάθεια επιβολής ηγεμονίας επί ενός πολυδαίδαλου και επικίνδυνου γεωπολιτικού τοπίου.
Τι θα συμβεί στο ΝΑΤΟ εάν οι ΗΠΑ κάνουν πίσω;
Η επίθεση του Ιράν στην αμερικανική βάση Αλ Ουντέιντ στο Κατάρ υπήρξε σημείο καμπής. Παρά την εκ των προτέρων προειδοποίηση της Τεχεράνης και την έλλειψη θυμάτων, η εικόνα μιας βάσης των ΗΠΑ να βάλλεται αιφνιδιαστικά αποτέλεσε πλήγμα στο αμερικανικό γόητρο. Ο Τραμπ αντέδρασε ταχύτατα, αλλά όχι με περαιτέρω κλιμάκωση. Αντιθέτως, επιδίωξε να αξιοποιήσει την αφορμή για να εμφανιστεί ως ο ηγέτης που σβήνει τη φωτιά – ακόμα κι αν χρειάστηκε να την έχει πρώτα ανεχθεί, ή έμμεσα να την πυροδοτήσει. Η ειρήνευση, όμως, δεν προέκυψε εν κενώ. Οι πιέσεις από το Κατάρ, η αναστάτωση στη ρωσική διπλωματία μετά την επίσκεψη του Ιρανού ΥΠΕΞ στη Μόσχα και η επιθετική τακτική του Ισραήλ έθεσαν τις ΗΠΑ σε δύσκολη θέση. Εν μέσω εσωτερικής κριτικής για το χτύπημα στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις χωρίς έγκριση Κογκρέσου και με φόντο τις μνήμες της 11ης Σεπτεμβρίου να ξυπνούν, ο Λευκός Οίκος ήξερε ότι η κλιμάκωση δεν ήταν επιλογή.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έσπευσε να εκμεταλλευτεί αυτή τη γεωπολιτική στροφή, «βαφτίζοντας» τον πόλεμο με χρονική διάρκεια και δίνοντας του τίτλο. Μία κίνηση βαθιά συμβολική αλλά και στρατηγικά εστιασμένη: το να μπορεί ένας Αμερικανός πρόεδρος να δώσει ημερομηνία έναρξης και λήξης σε μια διεθνή σύρραξη δεν αποτελεί απλώς επίδειξη ισχύος – είναι προοίμιο για τη διεκδίκηση Νόμπελ Ειρήνης, όπως όλα δείχνουν. Παράλληλα, το γεγονός ότι η εμπλοκή των ΗΠΑ ξεκίνησε από την αντίδραση στη Χαμάς και έφτασε μέχρι τον στρατιωτικό διάλογο με το Ιράν, αποκαλύπτει τη ρευστότητα της διεθνούς τάξης αλλά και το μεγάλο δίλημμα που αντιμετωπίζει η Ουάσινγκτον: θα συνεχίσει να επεμβαίνει, με κάθε κόστος, ή θα επανέλθει στην απομονωτιστική ατζέντα που υποσχέθηκε η κυβέρνηση Τραμπ στο εσωτερικό;
Η Σύνοδος του ΝΑΤΟ στη Χάγη έρχεται ακριβώς για να φωτίσει αυτές τις επιλογές. Με τη Μέση Ανατολή να φλέγεται και τον Τραμπ να διαμηνύει ότι το Ισραήλ και το Ιράν του ζήτησαν «ειρήνη», ο ρόλος της Ουάσινγκτον επαναπροσδιορίζεται. Πλέον, η αύξηση των αμυντικών δαπανών, η διπλωματία των επιχειρήσεων «κεραυνοβόλου ειρήνης» και η παγκόσμια παρουσία των ΗΠΑ ως εγγυητών σταθερότητας διαμορφώνουν το νέο αφήγημα. Και σε αυτό το αφήγημα, ο Ντόναλντ Τραμπ επιδιώκει να είναι ο σεναριογράφος, ο σκηνοθέτης – και ο από μηχανής θεός. Γιατί στο τέλος, για τον ίδιο, δεν έχει τόση σημασία πώς ξεκίνησε μια φωτιά. Σημασία έχει ποιος εμφανίζεται τελευταίος για να την σβήσει.