Ισραήλ – Ιράν: Και όμως, κάποτε ήταν φίλοι

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Ισραήλ – Ιράν: Και όμως, κάποτε ήταν φίλοι

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Ευτυχία Παπούλια

Ισραήλ - Ιράν: Η δεκαετία που τα άλλαξε όλα

17.06.2025 | 09:19

Με αφορμή τη νέα πολεμική ανάφλεξη μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, ο Ιταλός δημοσιογράφος Φεντερίκο Φουμπίνι, σε άρθρο του στην Corriere della Sera, επιχειρεί να φωτίσει τις ρίζες μιας αντιπαλότητας που δεν ήταν πάντα δεδομένη. Το Ιράν, κάποτε στρατηγικός σύμμαχος του Ισραήλ και πρόθυμος εταίρος των Ηνωμένων Πολιτειών, μετετράπη στη δεκαετία του 1980 στον πλέον μαχητικό αντίπαλο του Τελ Αβίβ, και στον βασικό υποστηρικτή της παλαιστινιακής υπόθεσης. Πότε και γιατί συνέβη αυτή η εντυπωσιακή γεωπολιτική αναστροφή; Μέχρι το 1979, το Ιράν του Σάχη Ρεζά Παχλεβί ανήκε στον δυτικό άξονα, έχοντας ισχυρούς δεσμούς με τις ΗΠΑ, αλλά και θερμές σχέσεις με το Ισραήλ. Ο Σάχης διατήρησε πολιτική ανοχής προς την εβραϊκή κοινότητα της χώρας του, ενώ αναγνώρισε το Ισραήλ ήδη από το 1950. Οι δύο χώρες συνεργάζονταν στρατιωτικά και κατασταλτικά – με κοινό στόχο τη φίμωση κάθε αντιισραηλινής φωνής στο εσωτερικό του Ιράν. Εκείνη την εποχή, ο μεγαλύτερος αντιαμερικανισμός στη Μέση Ανατολή εκφραζόταν από την Αίγυπτο του Γκαμάλ Αμπντελ Νάσερ, τον ηγέτη του παναραβισμού και βασικό σύμμαχο της Σοβιετικής Ένωσης.

Η δεκαετία που τα άλλαξε όλα

Η δεκαετία του 1970 αναδείχθηκε ως περίοδος ιστορικών ανατροπών. Μετά τον θάνατο του Νάσερ το 1970 και τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973, ο αραβικός κόσμος μετατοπίζεται γεωπολιτικά και ιδεολογικά. Το 1979, με την Ισλαμική Επανάσταση, το Ιράν αλλάζει ριζικά προσανατολισμό: ο αγιατολάχ Χομεϊνί διακόπτει τις σχέσεις με το Ισραήλ, απελαύνει τους διπλωμάτες του και ξεκινά ένα κύμα βίαιης καταστολής εσωτερικών και εξωτερικών αντιπάλων, αλλά και εβραϊκών και αριστερών μειονοτήτων.

Η επαναστατική Τεχεράνη αυτοανακηρύσσεται υπερασπιστής των Παλαιστινίων, όχι όμως στο όνομα του παλαιού παναραβισμού ή του σοσιαλισμού, αλλά ως φορέας ενός νέου, σιιτικού ισλαμικού λόγου. Οι σχέσεις με τον Αραφάτ και την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) αρχικά είναι θερμές, όμως σύντομα παγώνουν. Ο Χομεϊνί πιέζει τον Αραφάτ να εντάξει την ΟΑΠ στο «ισλαμικό στρατόπεδο» – κάτι που οι κοσμικοί Παλαιστίνιοι ηγέτες απορρίπτουν. Σύντομα οι Ιρανοί μουλάδες χαρακτηρίζουν τους Παλαιστίνιους «ασεβείς» και «διεφθαρμένους», και το καθεστώς κόβει γέφυρες με την κοσμική παλαιστινιακή ηγεσία.

Από τον Αραφάτ στη Χεζμπολάχ – Η μετατόπιση της στήριξης

Η υποστήριξη του Ιράν στα παλαιστινιακά κινήματα μετατοπίζεται. Αντί της ΟΑΠ, η Τεχεράνη αρχίζει να επενδύει στη δημιουργία νέων, ιδεολογικά συμβατών οργανώσεων, όπως η Χεζμπολάχ στον Λίβανο. Το σιιτικό στοιχείο γίνεται το βασικό εργαλείο της ιρανικής επιρροής. Η σύνδεση Ισλάμ και αντίστασης αντικαθιστά τη ρητορική του εθνικισμού και του σοσιαλισμού, που είχε κυριαρχήσει προηγουμένως στον παλαιστινιακό λόγο. Στην πορεία, η Χαμάς, σουνιτική και πιο κοντά στη Μουσουλμανική Αδελφότητα και στην Τουρκία του Ερντογάν, αναλαμβάνει τον έλεγχο της Γάζας. Αν και η Χαμάς και το Ιράν έχουν θρησκευτικές και γεωπολιτικές αποκλίσεις, συνδέονται περιστασιακά μέσω κοινών αντιισραηλινών συμφερόντων – ειδικά μετά την αραβική αποσύνδεση από την παλαιστινιακή υπόθεση.

Σύμφωνα με τον Φουμπίνι, ο μεγάλος ηττημένος αυτής της ιστορικής διαδρομής είναι ο παλαιστινιακός λαός. Οι προσπάθειες του Αραφάτ να διατηρήσει την αυτονομία και τον κοσμικό χαρακτήρα του παλαιστινιακού κινήματος ηττήθηκαν από τη θεοκρατική εμμονή του Χομεϊνί και την ιδεολογική εργαλειοποίηση της Παλαιστίνης από το νέο ιρανικό καθεστώς. Η ρητορική υπέρ των Παλαιστινίων εξυπηρέτησε γεωπολιτικές σκοπιμότητες, αλλά δεν οδήγησε σε λύση. Αντίθετα, εγκλώβισε το παλαιστινιακό ζήτημα σε ένα διαρκές «πεδίο προβολής» τρίτων δυνάμεων. Η σημερινή σύγκρουση Ιράν–Ισραήλ είναι προϊόν αυτής της ιστορικής στροφής. Από τη συνεργασία της δεκαετίας του ’50, στη ριζική αντιπαράθεση του 21ου αιώνα, η Μέση Ανατολή αποτελεί πεδίο σύγκρουσης θρησκειών, συμφερόντων και ερμηνειών της Ιστορίας. Η Ιερουσαλήμ και η Τεχεράνη, δύο πόλεις που κάποτε συνδέονταν μυστικά, σήμερα βρίσκονται σε τροχιά ανοιχτού πολέμου. Το ερώτημα που τίθεται –με τη φρίκη της Γάζας να εξελίσσεται καθημερινά– δεν είναι πλέον πότε χάθηκε η παλαιστινιακή υπόθεση, αλλά αν μπορεί ακόμα να διασωθεί από τις συμπληγάδες μιας σύγκρουσης που δεν της ανήκει πια.

Exit mobile version