Πλούσιοι στα χαρτιά
Το εκρηκτικό ράλι των τιμών στα ακίνητα, που μοιάζει να μην έχει φρένο τα τελευταία χρόνια, μεταφράζεται πλέον σε αριθμούς που δεν μπορούν να αγνοηθούν. Η Τράπεζα της Ελλάδος δίνει στη δημοσιότητα τα τελευταία στοιχεία για τον πλούτο των Ελλήνων, αποκαλύπτοντας μια διπλή πραγματικότητα: από τη μία, οικογενειακά ισοζύγια που ενισχύονται σε επίπεδο «χαρτιού», από την άλλη, φορολογικά βάρη που βαραίνουν σιωπηλά εκατομμύρια πολίτες. Σύμφωνα με τα νεότερα πειραματικά στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών, ο προσαρμοσμένος καθαρός πλούτος ανά κάτοικο στην Ελλάδα για το γ’ τρίμηνο του 2024 ανήλθε στα 89.890 ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 9,3% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2023. Η αύξηση αυτή δεν είναι τυχαία. Πάνω από το μισό της (57%) προέρχεται από την αύξηση της αξίας της κατοικίας, καθώς η αγορά ακινήτων συνεχίζει την ανοδική της πορεία με αμείωτη ένταση. Μάλιστα, η κατοικία αντιπροσωπεύει σχεδόν το 68% του συνολικού καθαρού πλούτου ανά άτομο. Σε όρους αριθμών, αυτό σημαίνει πως κάθε Έλληνας «κουβαλάει» στην περιουσία του περίπου 61.000 ευρώ μόνο από την κύρια κατοικία.
Αν υπάρχει ένας μηχανισμός που καταγράφει άμεσα το «αποτύπωμα» αυτής της ανόδου, αυτός είναι ο ΕΝΦΙΑ. Η φετινή εκκαθάριση δεν αφήνει περιθώριο παρερμηνειών: η συνολική αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας των Ελλήνων εκτινάχθηκε στα 777,85 δισ. ευρώ, σημειώνοντας ιστορικό υψηλό. Από αυτή την περιουσία, το ελληνικό Δημόσιο καλείται να εισπράξει 2,3 δισ. ευρώ μέσω του φόρου ακίνητης περιουσίας για το 2025. Το μεγαλύτερο βάρος, όπως πάντα, σηκώνουν τα φυσικά πρόσωπα, με περίπου 6,2 εκατομμύρια πολίτες να καλούνται να πληρώσουν 1,738 δισ. ευρώ. Άλλα 565 εκατ. ευρώ βαρύνουν 71.000 νομικά πρόσωπα.
Περισσότερο από κάθε άλλη περιοχή, η Αττική παραμένει ο «πρωταθλητής» του ΕΝΦΙΑ. Η εκκαθάριση του 2025 δείχνει πως 2,2 εκατ. ιδιοκτήτες ακινήτων θα καταβάλουν 1,21 δισ. ευρώ, καλύπτοντας το 52,88% του φόρου που αναλογεί σε φυσικά πρόσωπα. Με λίγα λόγια, το 36% των ιδιοκτητών της χώρας σηκώνει πάνω από το μισό βάρος του ΕΝΦΙΑ, ενώ η συνολική αξία των ακινήτων στην Αττική φτάνει τα 410,9 δισ. ευρώ.
Η ακτινογραφία της υπόλοιπης Ελλάδας
Η εικόνα ανά περιφέρεια δείχνει τεράστιες αποκλίσεις στον πλούτο και τη φορολογική επιβάρυνση. Ενδεικτικά:
-
Κεντρική Μακεδονία: 1,06 εκατ. ιδιοκτήτες – περιουσία 101,9 δισ. – ΕΝΦΙΑ 296,5 εκατ. ευρώ
-
Κρήτη: 366.000 ιδιοκτήτες – περιουσία 42,15 δισ. – ΕΝΦΙΑ 124,3 εκατ. ευρώ
-
Θεσσαλία: 398.000 ιδιοκτήτες – περιουσία 33,1 δισ. – ΕΝΦΙΑ 97,6 εκατ. ευρώ
-
Ιόνια Νησιά: 141.000 ιδιοκτήτες – περιουσία 16,6 δισ. – ΕΝΦΙΑ 50,3 εκατ. ευρώ
-
Δυτική Μακεδονία: 160.000 ιδιοκτήτες – περιουσία 10,2 δισ. – ΕΝΦΙΑ 34,3 εκατ. ευρώ
Σημειώνεται ότι σε ορισμένες περιοχές, όπως η Θεσσαλία, ο φόρος παραμένει μειωμένος λόγω των φυσικών καταστροφών που έχουν πλήξει την περιοχή τα τελευταία χρόνια. Μικρή ανάσα δόθηκε μέσω έκπτωσης έως και 20% στον ΕΝΦΙΑ για περίπου 359.000 ιδιοκτήτες που ασφαλίζουν τα ακίνητά τους έναντι φυσικών κινδύνων όπως σεισμοί, πυρκαγιές και πλημμύρες. Το συνολικό ποσό της έκπτωσης διαμορφώθηκε στα 21 εκατ. ευρώ. Η άνοδος της αξίας των ακινήτων δίνει την εντύπωση οικονομικής ευμάρειας, ωστόσο ο πλούτος που καταγράφεται στα στατιστικά δεν μεταφράζεται απαραίτητα σε ρευστότητα ή βιωσιμότητα για τα νοικοκυριά. Αντίθετα, συνοδεύεται από μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση και περιορισμένη πρόσβαση σε νέα ιδιοκτησία, ιδίως για τα νεότερα στρώματα του πληθυσμού. Το 2025 φαίνεται ότι επιβεβαιώνει ένα φαινόμενο που παρατηρείται ολοένα και εντονότερα: μια οικονομία που φτωχαίνει την καθημερινότητα, αλλά πλουτίζει στα χαρτιά.
