Ένα χρόνο μετά την πρωτοβουλία των δασκάλων και διευθυντών στο Σεντ Όλμπανς της Αγγλίας να αποθαρρύνουν τη χρήση smartphone από παιδιά κάτω των 14 ετών, τα πρώτα αποτελέσματα δείχνουν πως, παρά τις προκλήσεις, η προσπάθεια είχε σημαντική επίδραση στην τοπική κοινωνία. Η αρχική καμπάνια ξεκίνησε τον Μάιο του 2023, όταν διευθυντές 11 δημοτικών σχολείων της περιοχής απέστειλαν κοινή επιστολή στους γονείς, τονίζοντας τη βλαβερή επίδραση των smartphones στην ανάπτυξη και την ψυχική υγεία των παιδιών. Τους καλούσαν να καθυστερήσουν την αγορά τέτοιας συσκευής για τα παιδιά τους, τουλάχιστον έως την ηλικία των 14 ετών. Η πρωτοβουλία σύντομα ξεπέρασε τα όρια της πόλης, με διεθνή μέσα να αναδεικνύουν την κίνηση ως πρότυπο αντίστασης απέναντι στην πρόωρη ψηφιακή έκθεση των ανηλίκων. Παρότι η πόλη απέχει από το να χαρακτηριστεί «ζώνη χωρίς smartphones για παιδιά», τα δεδομένα υποδεικνύουν αξιοσημείωτη πρόοδο.
Τον Δεκέμβριο του 2023, έρευνα του σχολείου Cunningham Hill έδειχνε ότι το 75% των μαθητών της ΣΤ’ τάξης είχε στην κατοχή του smartphone. Ένα χρόνο αργότερα, το ποσοστό αυτό είχε μειωθεί δραματικά στο 12%, σύμφωνα με τον διευθυντή του σχολείου, Μάθιου Τάβεντερ. Παρόμοιες τάσεις καταγράφηκαν και σε άλλα σχολεία της περιοχής. Ο Τάβεντερ εκφράζει την ελπίδα ότι η «κουλτούρα αποχής» από τα smartphones θα συνεχιστεί και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, καθιστώντας ασυνήθιστο – αν όχι και κοινωνικά ανεπιθύμητο – να βλέπει κανείς παιδιά με τηλέφωνο στο χέρι.
Τα προβλήματα που πυροδότησαν την πρωτοβουλία
Ο διευθυντής παραδέχεται ότι η απόφαση δεν ελήφθη ελαφρά τη καρδία. Είχε διαπιστώσει σοβαρές αλλαγές στη συμπεριφορά των παιδιών, που σχετίζονταν με την πρώιμη ψηφιακή αλληλεπίδραση. Από τη διασπορά ακατάλληλων εικόνων και τα διαδικτυακά «challenges» μέχρι τη χαμηλή ανθεκτικότητα και τη δυσκολία συμμόρφωσης στις σχολικές υποχρεώσεις, τα συμπτώματα ήταν ανησυχητικά. Η σχολική αποφυγή αυξήθηκε, όπως και τα περιστατικά ενασχόλησης με εφαρμογές μέτρησης θερμίδων, ακόμη και σε πολύ μικρές ηλικίες. Η διαρκής αναζήτηση άμεσης επιβράβευσης – χαρακτηριστικό των κοινωνικών δικτύων – μετέβαλε σημαντικά τη διάθεση των μαθητών να αντεπεξέλθουν σε απαιτήσεις που δεν τους ευχαριστούσαν άμεσα.
Το παράδειγμα της Σίλικον Βάλεϊ και το WhatsApp
Στις συναντήσεις με γονείς, ο Τάβεντερ επικαλέστηκε και τη στάση των ίδιων των τεχνολογικών στελεχών στη Σίλικον Βάλεϊ, που συχνά κρατούν τα παιδιά τους μακριά από τις πλατφόρμες που αναπτύσσουν. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά: «Όταν είστε έτοιμοι να σταματήσει το παιδί σας να είναι παιδί, δώστε του ένα smartphone». Ιδιαίτερα αιχμηρός υπήρξε για την εφαρμογή WhatsApp, την οποία χαρακτήρισε ως «την πεμπτουσία του κακού», επικαλούμενος την αδυναμία ελέγχου στις ομαδικές συνομιλίες και την επικίνδυνη εξάπλωση περιεχομένου μεταξύ εκατοντάδων ανηλίκων.
Παρότι η πρωτοβουλία δεν συνοδεύτηκε από νομικές δεσμεύσεις, πολλοί γονείς ανταποκρίθηκαν θετικά, σχηματίζοντας άτυπα δίκτυα ενημέρωσης και αλληλοϋποστήριξης για μια παιδική ηλικία χωρίς smartphones. Η συζήτηση που ξεκίνησε στο Σεντ Όλμπανς ενδέχεται να μην εξάλειψε το φαινόμενο, αλλά αναμφίβολα άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο γονείς και εκπαιδευτικοί προσεγγίζουν την τεχνολογία – όχι ως αυτονόητο μέσο, αλλά ως επιλογή που απαιτεί σκέψη, όρια και συνεργασία.