Ακόμα κι αν ψήφιζαν όλοι, η Χάρις θα έχανε

ΚΟΣΜΟΣ

Ακόμα κι αν ψήφιζαν όλοι, η Χάρις θα έχανε

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Ευτυχία Παπούλια

Τα νέα δεδομένα, βασισμένα σε επίσημα εκλογικά αρχεία, δείχνουν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα τα είχε πάει ακόμα καλύτερα στις εκλογές του 2024 αν η συμμετοχή ήταν υψηλότερη.

06.07.2025 | 10:54

Μετά τις περσινές εκλογές του Νοεμβρίου, πολλοί Δημοκρατικοί έσπευσαν να αποδώσουν την ήττα της Καμάλα Χάρις στην χαμηλή συμμετοχή των ψηφοφόρων. Δεν είχαν εντελώς άδικο, αφού πράγματι η συμμετοχή μειώθηκε αισθητά σε παραδοσιακά δημοκρατικές περιοχές. Ωστόσο, αρκετούς μήνες μετά, τα επίσημα δεδομένα αποκαλύπτουν πως το πραγματικό πρόβλημα ήταν αλλού. Αντιθέτως, όπως δείχνουν τα στοιχεία, ο Ντόναλντ Τραμπ πιθανότατα θα είχε κερδίσει με ακόμα μεγαλύτερη διαφορά αν είχαν ψηφίσει όλοι. Σύμφωνα με νέα μελέτη του Pew Research και άλλες έγκυρες αναλύσεις, εκατομμύρια νεαροί, μη λευκοί και συνήθως αδρανείς ψηφοφόροι γύρισαν την πλάτη στους Δημοκρατικούς και στράφηκαν προς τον Τραμπ, στερώντας από την Χάρις τόσο την πλειοψηφία στο εκλεκτορικό σώμα όσο και τη λαϊκή ψήφο. Η εικόνα είναι σαφής: ο δεξιόστροφος λαϊκισμός του Τραμπ διέλυσε ξανά τις πολιτικές βεβαιότητες, υπονομεύοντας το παραδοσιακό προβάδισμα των Δημοκρατικών μεταξύ περιθωριοποιημένων και αποστασιοποιημένων κοινωνικών ομάδων.

Το μύθευμα της υψηλής συμμετοχής

Εδώ και μία γενιά, η πεποίθηση ότι οι Δημοκρατικοί ωφελούνται από υψηλή προσέλευση στις κάλπες διαμόρφωνε στρατηγικές και των δύο κομμάτων: οι Ρεπουμπλικάνοι προσπαθούσαν να περιορίσουν τη συμμετοχή, ενώ οι Δημοκρατικοί ονειρεύονταν μία «νέα συμμαχία» νέων και μη λευκών προοδευτικών ψηφοφόρων. Όμως τα στοιχεία διαλύουν αυτό το αφήγημα: η Χάρις δεν έχασε επειδή αποξένωσε τους κεντρώους, αλλά επειδή απογοήτευσε τη δική της βάση. Η εκλογική ήττα του 2024 μπορεί να φαίνεται παλιά είδηση — ειδικά μετά την εκλογική ανατροπή του Zohran Mamdani στη Νέα Υόρκη αυτή την εβδομάδα — όμως τα πιο αξιόπιστα δεδομένα μόλις τώρα γίνονται διαθέσιμα, καθώς όλες οι Πολιτείες επικαιροποίησαν τους εκλογικούς τους καταλόγους. Αυτά τα επίσημα αρχεία αποκαλύπτουν ποιοι ψήφισαν και ποιοι όχι, επιτρέποντας τη διασταύρωση με δημοσκοπικά και κοινωνιολογικά δεδομένα. Οι νέες μελέτες δείχνουν κάτι ξεκάθαρο: όσοι δεν ψήφισαν, έτειναν προς τον Τραμπ – έστω και οριακά. Καμία έρευνα δεν δείχνει ότι η Χάρις θα είχε συντριπτικό προβάδισμα στους μη ψηφίσαντες, τέτοιο ώστε να καλύψει τη διαφορά από όσους προσήλθαν στις κάλπες.

Σύμφωνα με έξι σημαντικές μελέτες:

  • American National Election Study: Τραμπ +20 (43-23)

  • AP Votecast: Τραμπ +6 (47-41)

  • Blue Rose Research: Τραμπ +11 (56-44)

  • Cooperative Election Study: Ισοπαλία (37-37)

  • New York Times/Siena: Τραμπ +6 (53-47)

  • Pew Research: Τραμπ +4 (44-40)

Οι περισσότερες μελέτες βασίζονται σε διασταυρωμένα δεδομένα με πραγματικά εκλογικά μητρώα, και όχι απλώς σε δηλώσεις των ερωτηθέντων. Οι αριθμοί των εκλογών του 2024 έδειχναν κάτι διαφορετικό: η Χάρις πήρε εκατομμύρια λιγότερες ψήφους απ’ όσες ο Τζο Μπάιντεν το 2020. Η συμμετοχή έπεσε στις αστικές και δημοκρατικές περιοχές. Η εντύπωση που δημιουργήθηκε ήταν ότι πολλοί πρώην ψηφοφόροι του Μπάιντεν έμειναν σπίτι. Και πράγματι αυτό συνέβη – όμως δεν σημαίνει ότι αυτοί θα ψήφιζαν οπωσδήποτε τη Χάρις. Τα νέα δεδομένα αποκαλύπτουν ότι πολλοί από αυτούς δεν εγκατέλειψαν απλώς την κάλπη – εγκατέλειψαν και το κόμμα. Αν τελικά ψήφιζαν, πολλοί από αυτούς θα ψήφιζαν Τραμπ. Ο εκλογικός απολογισμός για το Δημοκρατικό Κόμμα είναι πικρός: ενώ ήλπιζαν να ενεργοποιήσουν νέους και μη λευκούς ψηφοφόρους, τελικά πολλοί από αυτούς είτε απείχαν είτε ψήφισαν… Τραμπ.

Σύμφωνα με το NYT/Siena, η Χάρις θα έπαιρνε μόνο το 72% των Δημοκρατικών εγγεγραμμένων ψηφοφόρων που δεν πήγαν να ψηφίσουν. Για σύγκριση, ο Μπάιντεν το 2020 είχε πάρει 89% μεταξύ όσων πήγαν. Αντίθετα, στους Ρεπουμπλικανούς δεν καταγράφηκε τέτοια πτώση. Ο Τραμπ κράτησε την υποστήριξη του κόμματός του σταθερή – ακόμα και στους αδρανείς ψηφοφόρους. Ενδεικτικά, σε όσους ψήφισαν το 2020 αλλά όχι το 2024, η Χάρις είχε κάποια πλεονεκτήματα – αλλά μικρά και ανεπαρκή για να αλλάξουν το αποτέλεσμα. Οι ψηφοφόροι που απώλεσαν οι Δημοκρατικοί το 2024 ίσως δεν έχουν χαθεί οριστικά. Όμως η πρόθεσή τους να ψηφίσουν Τραμπ υπονομεύει τη βασική στρατηγική της παράταξης. Μέχρι πρόσφατα, υπήρχε η πεποίθηση ότι οι νέοι και μη λευκοί ψηφοφόροι απλώς χρειάζονταν κινητοποίηση – όχι πειθώ. Δηλαδή ότι θα ψήφιζαν Δημοκρατικούς αν πήγαιναν στην κάλπη.

Αυτό το μοντέλο καταρρέει. Η διαμάχη μεταξύ «κινητοποίησης» (mobilization) και «πειθούς» (persuasion) — που επί της ουσίας είναι μία σύγκρουση στρατηγικής μεταξύ προοδευτικών και μετριοπαθών — μοιάζει πλέον ξεπερασμένη. Οι νέοι, οι μη λευκοί και οι αποστασιοποιημένοι ψηφοφόροι ήταν το 2024 οι πραγματικοί αναποφάσιστοι. Και τελικά, έγειραν προς τον Τραμπ. Αυτό αποτελεί πλήγμα για την προοδευτική στρατηγική, όμως δεν είναι απαραίτητα επιχείρημα υπέρ των μετριοπαθών. Οι παραδοσιακοί swing voters των μετριοπαθών – λευκοί, προαστιακοί, πολιτικά ουδέτεροι – δεν είναι οι ίδιοι με τους νεαρούς, μη λευκούς και περιθωριοποιημένους που ψήφισαν Τραμπ. Οι τελευταίοι μπορεί να μη θέλουν πιο ριζοσπαστική ατζέντα – αλλά θέλουν βαθιές αλλαγές. Εμφανίζονται θυμωμένοι με το κατεστημένο. Και οι Δημοκρατικοί, είτε από τα αριστερά είτε από το κέντρο, δεν κατάφεραν να τους πείσουν.

Οι Δημοκρατικοί χρειάζονται επανεκκίνηση. Η παραδοχή ότι απλώς «έφταιγε η συμμετοχή» δεν αρκεί πια. Η βάση τους αλλάζει, οι ταυτότητες μεταβάλλονται, και η πολιτική – για άλλη μια φορά – ξέφυγε από τα καθιερωμένα. Ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε επειδή κατάφερε να απευθυνθεί σε ανθρώπους που το Δημοκρατικό Κόμμα θεωρούσε δεδομένους. Και αυτό, για τη Χάρις και το μέλλον των Δημοκρατικών, είναι ένα σήμα κινδύνου.

Πηγή: The New York Times / Nate Cohn
Exit mobile version