Ανακατατάξεις χωρίς προηγούμενο στη μεταπολιτευτική κοινοβουλευτική ιστορία προκαλεί η απόφαση του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου για την έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα τριών μελών της Κοινοβουλευτικής Ομάδας «Σπαρτιάτες». Η εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί την πρώτη φορά που η Ολομέλεια της Βουλής καλείται να λειτουργήσει με 297 αντί για 300 βουλευτές. Το προεδρείο της Βουλής βρίσκεται εν αναμονή της επίσημης κοινοποίησης της απόφασης του εκλογοδικείου, προκειμένου να εφαρμόσει τις συνταγματικά προβλεπόμενες διαδικασίες. Παράλληλα, ανακύπτουν κρίσιμα ερωτήματα αναφορικά με την ερμηνεία των κανόνων που διέπουν τις κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες, προκαλώντας αντιπαραθέσεις μεταξύ συνταγματολόγων και κοινοβουλευτικών παραγόντων. Το βασικό διακύβευμα αφορά το κατά πόσο η μείωση του αριθμού των εν ενεργεία βουλευτών επηρεάζει και τα αριθμητικά όρια που απαιτούνται για τη λήψη αποφάσεων, την κατάθεση προτάσεων ή τη συνταγματική αναθεώρηση. Σημαντική μερίδα νομικών εκτιμά ότι τα σχετικά ποσοστά και αριθμοί θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν αναλογικά. Ενδεικτικά, η πλειοψηφία των 151 βουλευτών προτείνεται να μετατραπεί σε 149, βάσει της νέας αριθμητικής πραγματικότητας.
Στον αντίποδα, άλλοι συνταγματολόγοι επικαλούνται το άρθρο 74 του Κανονισμού της Βουλής, σύμφωνα με το οποίο οι αναλογίες των πλειοψηφιών ορίζονται βάσει του προβλεπόμενου συνολικού αριθμού των εδρών, και όχι του αριθμού των παρόντων ή λειτουργούντων βουλευτών. Η πρώτη παράγραφος του άρθρου 74 ορίζει ρητώς ότι τα ποσοστά υπολογίζονται με βάση τον συνολικό αριθμό των βουλευτικών εδρών, εκτός εάν προβλέπεται ρητά διαφορετικά από το Σύνταγμα ή τον Κανονισμό. Στο πλαίσιο αυτό, ορισμένες πλειοψηφίες – όπως για την υποβολή πρότασης δυσπιστίας (από 50 βουλευτές σε 49) ή για τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής (από 60 σε 59) – δύνανται να προσαρμοστούν αριθμητικά, εφόσον βασίζονται σε ποσοστιαίους υπολογισμούς επί των εν ενεργεία μελών.
«Ανελαστικά» όρια στις κρίσιμες ψηφοφορίες
Ωστόσο, η δεύτερη παράγραφος του ίδιου άρθρου προβλέπει ότι σε περιπτώσεις όπου απαιτείται «απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών», αυτή υπολογίζεται πάντα με βάση τις 300 έδρες, ανεξαρτήτως κενών ή ανενεργών θέσεων. Με βάση αυτή τη διάταξη, ψηφοφορίες υψηλής θεσμικής βαρύτητας —όπως η έγκριση πρότασης προανακριτικής επιτροπής ή η παραπομπή υπουργών στο Δικαστικό Συμβούλιο— εξακολουθούν να απαιτούν πλειοψηφία 151 ψήφων. Ιδιαίτερο προβληματισμό προκαλεί η εφαρμογή της παραπάνω ερμηνείας στην επικείμενη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος. Σύμφωνα με την αυστηρή ανάγνωση του άρθρου 74, το ελάχιστο όριο των 151 βουλευτών παραμένει αμετάβλητο, ενώ το ανώτατο όριο των 180 βουλευτών —που απαιτείται για την τελική αναθεωρητική ψήφιση— θα μπορούσε θεωρητικά να υπολογιστεί με βάση τους 297 παρόντες, και να πέσει στους 178. Η διάκριση αυτή εγείρει συνταγματικά και πολιτικά ερωτήματα που θα απασχολήσουν αναπόφευκτα τη Βουλή στο προσεχές διάστημα. Σε πρακτικό επίπεδο, η απόφαση έκπτωσης των Βασίλη Στίγκα, Παναγιώτη Δημητριάδη και Αλέξανδρου Ζερβέα οδηγεί αυτομάτως στη διάλυση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των «Σπαρτιατών», καθώς αυτή δεν διαθέτει πλέον τον ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό μελών. Κατ’ επέκταση, η Βουλή θα συνεχίσει τις εργασίες της με οκτώ κοινοβουλευτικά κόμματα, σηματοδοτώντας μια νέα φάση κοινοβουλευτικής ισορροπίας και πολιτικής καταγραφής.
Μαρινάκης: Η πλειοψηφία στη Βουλή είναι πλέον 149 μετά την απόφαση για «Σπαρτιάτες»
Η πλειοψηφία στη Βουλή θα είναι 149 τώρα μετά την απόφαση του Εκλογοδικείου για το κόμμα των «ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ», αφού για πρώτη φορά έχουμε Βουλή με 297 βουλευτές, ανέφερε σε δηλώσεις του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης. Μιλώντας στο ραδιόφωνο του «Σκάϊ» ο κ.Μαρινάκης επισήμανε ότι η κυβέρνηση έχει μια παγιωμένη ισχυρή πλειοψηφία, κάτι πρωτοφανές για κυβέρνηση δεύτερης τετραετίας όπως είπε, και ο πήχης για τη ΝΔ είναι το σύνολο των βουλευτών της. Αναφερόμενος στην απόφαση είπε ότι πρόκειται για μια απόφαση, ουσιαστικά, που κάνει δεκτές τις ενστάσεις κατά τριών βουλευτών των «Σπαρτιατών» και εάν είχε γίνει ένσταση και για τους υπόλοιπους είναι προφανές ότι θα είχε γίνει δεκτή και για τις υπόλοιπες έδρες. Προσέθεσε ότι ο λόγος που δεν αναπληρώνονται από τους επιλαχόντες είναι γιατί οι επιλαχόντες ανήκουν στο ίδιο κόμμα και, “προφανώς, η απόφαση έχει να κάνει συνολικά με τη λειτουργία του κόμματος, συμπεριλαμβανομένου και του αρχηγού και των υπόλοιπων βουλευτών. Αν είχε γίνει ένσταση για τους άλλους δύο θα είχαν χάσει τις έδρες τους”.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε επίσης ότι πλέον για την προανακριτική χρειάζεται 149 για να γίνει δεκτή “αφού ο κανονισμός, λέει ότι οι ψηφοφορίες δεν είναι πλειοψηφία επί των παρόντων βουλευτών, αλλά πλειοψηφία επί του συνόλου των βουλευτών, η λογική λέει ότι το 151 γίνεται 149”. “Αυτό το οποίο θεωρείται ως μεμπτό δεν είναι η ιδεολογία κάποιου, όσο απεχθής και να είναι, αλλά είναι η εγκληματική δραστηριότητα του εν τοις πράγμασι, δηλαδή, αρχηγού, αλλά όπως και να έχει, είναι νομίζω μία ακόμη απάντηση για το ποιος στην πράξη παίρνει πρωτοβουλίες που αποδίδουν με βάση τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης και ποιος είναι «ιεροκήρυκας» της προστασίας των θεσμών μόνο και μόνο στα λόγια και αναφέρομαι στα κόμματα, τα οποία δεν ψήφισαν αυτές τις τότε νομοθετικές πρωτοβουλίες. Το ΠΑΣΟΚ τις είχε ψηφίσει” είπε ο κ.Μαρινάκης.