Ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος κάποτε υποσχόταν ότι θα τερματίσει τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας «μέσα σε 24 ώρες», φαίνεται πλέον να κάνει πίσω. Αντί να απαιτεί άμεση εκεχειρία από τη Ρωσία, ο Αμερικανός πρόεδρος τάχθηκε υπέρ της πρότασης του Βλαντιμίρ Πούτιν για άμεσες διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο εμπόλεμων πλευρών. Ύστερα από τηλεφωνική συνομιλία διάρκειας δύο ωρών με τον Ρώσο πρόεδρο, ο Τραμπ δήλωσε ότι ο Πούτιν συμφώνησε να ξεκινήσουν «αμέσως» απευθείας συνομιλίες με την Ουκρανία για μια εκεχειρία και μια ευρύτερη ειρηνευτική συμφωνία. Όπως ανέφερε, οι λεπτομέρειες της διαδικασίας θα καθοριστούν από τα ίδια τα μέρη, «καθώς γνωρίζουν πράγματα που κανείς άλλος δεν γνωρίζει».
Η μεταστροφή αυτή έρχεται σε αντίθεση με τις πρόσφατες σκληρές δηλώσεις του Τραμπ, ο οποίος τον Απρίλιο είχε απειλήσει με νέες οικονομικές κυρώσεις τη Ρωσία, δηλώνοντας ότι «ο Πούτιν δεν θέλει να σταματήσει τον πόλεμο και πρέπει να αντιμετωπιστεί διαφορετικά». Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Τραμπ δήλωσε επίσης έτοιμος να παραχωρήσει τον ρόλο του μεσολαβητή στον πάπα. Ανέφερε ότι το Βατικανό έχει εκφράσει ενδιαφέρον να φιλοξενήσει τις επικείμενες συνομιλίες και κάλεσε: «Ας ξεκινήσει η διαδικασία!».
Στροφή υπέρ του Πούτιν;
Παρότι ο Τραμπ παρουσίασε την έναρξη των διαπραγματεύσεων ως υποχώρηση του Πούτιν, στην πραγματικότητα υιοθέτησε τη δική του γραμμή — καθώς η Μόσχα εδώ και καιρό απαντά στις διεθνείς εκκλήσεις για κατάπαυση του πυρός με την πρόταση παρατεταμένων συνομιλιών. Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, εξέφρασε ανησυχία για τη στάση του Τραμπ, δηλώνοντας ότι «οι διαπραγματεύσεις πρέπει να περιλαμβάνουν Αμερικανούς και Ευρωπαίους αξιωματούχους σε κατάλληλο επίπεδο». Οι απευθείας συνομιλίες Ρωσίας–Ουκρανίας ξεκίνησαν την Παρασκευή στην Κωνσταντινούπολη, για πρώτη φορά έπειτα από τρία χρόνια. Η μοναδική συμφωνία που προέκυψε ήταν η ανταλλαγή 1.000 αιχμαλώτων από κάθε πλευρά. Η αποτυχία επίτευξης ουσιαστικής προόδου καταδεικνύει τα όρια της εμπιστοσύνης του Τραμπ στις προσωπικές του ικανότητες διαπραγμάτευσης, καθώς οι πολιτικές και στρατηγικές διαφορές των δύο πλευρών παραμένουν αγεφύρωτες.
Ειρήνη… μέσω εμπορίου
Ο Τραμπ εστίασε στα οικονομικά οφέλη ενός ενδεχόμενου τέλους του πολέμου, σημειώνοντας ότι η Ρωσία επιθυμεί «μαζικό εμπόριο με τις Ηνωμένες Πολιτείες» μόλις τελειώσει αυτή η «καταστροφική αιματοχυσία», όπως τη χαρακτήρισε. Αντί για διπλωματική επιτυχία, περιέγραψε τον τερματισμό της σύρραξης ως επιχειρηματική ευκαιρία. Σύμφωνα με τον σύμβουλο εξωτερικής πολιτικής του Πούτιν, Γιούρι Ουσάκοφ, ο Τραμπ φάνηκε «συγκινημένος» από τις προοπτικές συνεργασίας με τη Ρωσία και μίλησε για «τεράστιες ευκαιρίες δημιουργίας θέσεων εργασίας και πλούτου». Στο Truth Social, ο Τραμπ έγραψε: «Υπάρχει τεράστια ευκαιρία για τη Ρωσία να δημιουργήσει τεράστιο πλούτο και θέσεις εργασίας». Ωστόσο, αξιωματούχοι της κυβέρνησής του επιβεβαίωσαν τη δυσαρέσκεια του Τραμπ για το διαρκές αδιέξοδο στον πόλεμο. Η εκπρόσωπος Τύπου Καρολάιν Λέβιτ δήλωσε ότι ο πρόεδρος «έχει κουραστεί και απογοητευτεί και από τις δύο πλευρές», αποφεύγοντας να διευκρινίσει αν έχει επιβάλει κάποιο χρονοδιάγραμμα για την επίτευξη συμφωνίας.
«Αν δεν υπάρξει πρόοδος, θα αποχωρήσω»
Σε δηλώσεις του τη Δευτέρα, ο Τραμπ ανέφερε ότι αναμένει πρόοδο, αλλά αν αυτή δεν έρθει, τότε «απλώς θα αποσυρθεί». Η τηλεφωνική επικοινωνία με τον Πούτιν έγινε λίγες ημέρες αφότου ο Τραμπ είχε επικρίνει σφοδρά τη Μόσχα για την επιμονή της στον πόλεμο — και μόλις μία ημέρα μετά από μια από τις μεγαλύτερες επιθέσεις με drone που έχει εξαπολύσει η Ρωσία στην Ουκρανία, με έναν νεκρό και αρκετούς τραυματίες. Ο Τραμπ δεν σχολίασε τις τελευταίες επιθέσεις, αν και στα τέλη Απριλίου είχε απευθύνει σπάνια επίπληξη προς τον Πούτιν: «Βλαντιμίρ, ΣΤΑΜΑΤΑ!», είχε γράψει. Σύμφωνα με τον ίδιο, δεν συζήτησε την έκκληση αυτή με τον Πούτιν, αλλά επανέλαβε την ίδια ερώτηση: «Πότε θα τελειώσουμε με αυτό, Βλαντιμίρ;»
Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας, του ζήτησε επίσης να συναντηθούν. Όπως ανέφερε ο Ουσάκοφ, οι δύο ηγέτες αποκαλούσαν ο ένας τον άλλον με τα μικρά τους ονόματα. Ο Πούτιν, από την πλευρά του, δεν έδειξε καμία πρόθεση υποχώρησης. Ανέφερε ότι η Ρωσία είναι «έτοιμη να εργαστεί με την ουκρανική πλευρά πάνω σε ένα υπόμνημα για μια μελλοντική συμφωνία ειρήνης», επιμένοντας ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν «τα βαθύτερα αίτια της κρίσης», εννοώντας τη ρωσική επιρροή στην Ουκρανία. Στην Κωνσταντινούπολη, η ρωσική αντιπροσωπεία ζήτησε εκ νέου από την Ουκρανία να αποσυρθεί από εδάφη που ακόμη ελέγχει — πρόταση που η ουκρανική πλευρά απέρριψε.Ο Ζελένσκι τόνισε ότι η συνάντηση «έδειξε στον κόσμο τη δέσμευσή μας στην ειρήνη, αλλά και την ανάγκη να συνεχιστεί η πίεση προς τη Ρωσία».
Πριν από την τηλεφωνική επαφή, το Κρεμλίνο είχε φροντίσει να ρίξει τους τόνους, με τον εκπρόσωπο Πούτιν, Ντμίτρι Πεσκόφ, να δηλώνει ότι ο τερματισμός του πολέμου απαιτεί «επίπονη και μακρά εργασία». Μετά την επικοινωνία, η ρωσική πλευρά ανακοίνωσε ότι συζητήθηκαν, πέραν του πολέμου, και η βελτίωση των διμερών σχέσεων — επιδίωξη-κλειδί για τον Πούτιν λόγω των αμερικανικών κυρώσεων. Συζητήθηκε μάλιστα και μια πιθανή ανταλλαγή κρατουμένων «9 προς 9» με τις ΗΠΑ, έπειτα από δύο ανταλλαγές «1 προς 1» που είχαν γίνει από την επιστροφή του Τραμπ στην εξουσία. Ο Τραμπ επικοινώνησε και με τον Ζελένσκι, ο οποίος του ξεκαθάρισε ότι η Ουκρανία δεν πρόκειται ποτέ να αποσυρθεί από το έδαφός της ούτε να δεχτεί τελεσίγραφα. Του ζήτησε επίσης να μην λάβει καμία απόφαση για την Ουκρανία χωρίς τη συμμετοχή της ίδιας της χώρας. «Αυτή είναι μια καθοριστική στιγμή», ανέφερε ο Ζελένσκι μετά την επικοινωνία. «Ο κόσμος μπορεί τώρα να δει αν οι ηγέτες του είναι ικανοί να εξασφαλίσουν εκεχειρία και ουσιαστική ειρήνη».
Αν και ο Τραμπ έδωσε λίγες λεπτομέρειες για την επικοινωνία με τον Ζελένσκι, ανέφερε ότι, όπως και η Ρωσία, «η Ουκρανία μπορεί να είναι ένας μεγάλος εμπορικός εταίρος κατά την ανασυγκρότηση της χώρας της». Ο Ζελένσκι συμμετείχε και σε άλλη τηλεδιάσκεψη με τον Τραμπ και Ευρωπαίους ηγέτες. Όπως είπε, η στήριξη από την Ευρώπη είναι δεδομένη και ισχυρή. Όμως για τις ΗΠΑ, η εικόνα παραμένει ασαφής: «Πρέπει να ξέρουμε σε ποιον μπορούμε να βασιστούμε και σε ποιον όχι», δήλωσε χαρακτηριστικά. «Το ευρωπαϊκό πακέτο στήριξης έρχεται και θα είναι ισχυρό. Όσο για το αμερικανικό — αυτό είναι μια άλλη ιστορία.»