Η κατ’ ιδίαν συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με την Ιταλίδα ομόλογό του Τζόρτζια Μελόνι πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη, στη Villa Pamphili, και ολοκληρώθηκε σε θετικό και παραγωγικό κλίμα, ανοίγοντας τον δρόμο για μια νέα περίοδο ενίσχυσης της στρατηγικής σχέσης μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας. Αμέσως μετά ακολούθησε η συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας των δύο χωρών, όπου συζητήθηκαν κρίσιμα ευρωπαϊκά και διμερή ζητήματα, με έμφαση στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ, την κοινή άμυνα και ασφάλεια, αλλά και τη διαχείριση του μεταναστευτικού φαινομένου υπό τις νέες γεωπολιτικές συνθήκες.
Στις κοινές δηλώσεις που παραχώρησαν μετά την ολοκλήρωση των εργασιών, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε πως η συνάντηση δεν είχε απλώς τον χαρακτήρα μιας τυπικής διπλωματικής επαφής, αλλά αποτέλεσε μια ουσιαστική ευκαιρία για συντονισμό, με ειλικρίνεια και αμοιβαία κατανόηση, σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν την ευρωπαϊκή και διεθνή ατζέντα. Όπως υπογράμμισε, οι δύο χώρες συνδέονται από βαθιούς ιστορικούς, πολιτισμικούς και οικονομικούς δεσμούς, οι οποίοι σήμερα επαναπροσδιορίζονται μέσα από κοινές προκλήσεις και ευκαιρίες σε έναν κόσμο αυξανόμενης αβεβαιότητας. Ο Έλληνας πρωθυπουργός πρότεινε τη συστηματικότερη σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, επισημαίνοντας ότι ο αριθμός και η ποιότητα των συμφωνιών που υπεγράφησαν αποτυπώνουν τη δυναμική και την προοπτική της ελληνοϊταλικής συνεργασίας σε διμερές, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Ανάμεσα στις σημαντικές συμφωνίες που οριστικοποιήθηκαν, ξεχωρίζει η νέα συμφωνία για την ενεργειακή διασύνδεση Ελλάδας και Ιταλίας, με στόχο την τριπλασίαση της ηλεκτρικής μεταφοράς από 500 σε 1.500 μεγαβάτ. Η συνεργασία του ΑΔΜΗΕ με την ιταλική TERNA ενισχύει τον ρόλο της Ελλάδας ως εξαγωγέα καθαρής, ανανεώσιμης ενέργειας και ενεργειακού κόμβου στη νοτιοανατολική Ευρώπη, ενώ εντάσσεται στο γενικότερο ευρωπαϊκό σχέδιο ενοποίησης δικτύων και εξάλειψης στρεβλώσεων στην αγορά. Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε επίσης στη συμφωνία του ελληνικού Υπουργείου Υποδομών με την Ferrovie dello Stato, τον κρατικό σιδηροδρομικό όμιλο της Ιταλίας. Η συμφωνία αυτή αποτελεί, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, την απαρχή μιας νέας εποχής στους ελληνικούς σιδηροδρόμους, μετά την τραγωδία των Τεμπών που στιγμάτισε τη χώρα. Η ιταλική πλευρά δεσμεύθηκε να επενδύσει 360 εκατομμύρια ευρώ για την αγορά νέων τρένων και τη δημιουργία σύγχρονων υποδομών συντήρησης, ενώ η ελληνική πολιτεία προχωρά σε επενδύσεις ύψους 400 εκατομμυρίων για την αναβάθμιση του δικτύου και την εγκατάσταση νέων συστημάτων ασφαλείας.
Σε πολιτικό επίπεδο, οι δύο ηγέτες διαπίστωσαν σύγκλιση απόψεων ως προς τη στρατηγική αντιμετώπιση του μεταναστευτικού. Ο κ. Μητσοτάκης χαρακτήρισε την Τζόρτζια Μελόνι ως τον ισχυρότερο ευρωπαίο σύμμαχο της Ελλάδας στον τομέα αυτό, επισημαίνοντας ότι η Ευρώπη πλέον δεν επικεντρώνεται στην ανακατανομή προσφύγων, αλλά στην ενίσχυση της φύλαξης των εξωτερικών συνόρων, στην καταπολέμηση των διακινητών, στην εφαρμογή αποτελεσματικών πολιτικών επιστροφών και στην οργάνωση νόμιμων οδών μετανάστευσης στη βάση των αναγκών των εθνικών οικονομιών.
Οι εξελίξεις στην Ουκρανία απασχόλησαν επίσης τη συνάντηση, με τους δύο πρωθυπουργούς να στηρίζουν από κοινού την πρόταση για άμεση, άνευ όρων εκεχειρία διάρκειας 30 ημερών, υπό την αιγίδα του Προέδρου Ζελένσκι και με τη στήριξη όλων των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Παράλληλα, συμφώνησαν στην ανάγκη ενίσχυσης της ευρωπαϊκής άμυνας, με κοινές επενδύσεις σε στρατηγικές υποδομές και τεχνολογία. Ο Έλληνας πρωθυπουργός υπογράμμισε πως μια αποτελεσματική κοινή άμυνα δεν μπορεί να στηρίζεται αποκλειστικά στους εθνικούς προϋπολογισμούς, αλλά απαιτεί τη δημιουργία ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών μηχανισμών που θα καλύπτουν έργα κοινού ενδιαφέροντος.
Στην κοινή τους προσέγγιση εντάσσεται επίσης η περαιτέρω εμβάθυνση της σχέσης ΕΕ–ΗΠΑ, με στόχο μια νέα εμπορική συμφωνία που θα είναι επωφελής και για τις δύο πλευρές και θα αποτρέψει την επιστροφή σε συγκρούσεις προστατευτισμού. Και οι δύο ηγέτες υπογράμμισαν τη σημασία διατήρησης της δυτικής συνοχής απέναντι στις γεωπολιτικές απειλές και τη ρευστότητα των διεθνών σχέσεων.
Η Ιταλίδα πρωθυπουργός, από την πλευρά της, υποδέχθηκε την ελληνική αποστολή με ιδιαίτερη θέρμη και χαρακτήρισε τις σχέσεις Ελλάδας και Ιταλίας ως θεμέλιο της σύγχρονης ευρωπαϊκής και δυτικής ταυτότητας. Εξήρε το πνεύμα συνεργασίας και τη δημιουργική προσέγγιση του Έλληνα πρωθυπουργού, τονίζοντας ότι η κοινή τους δουλειά βασίζεται σε αμοιβαία εμπιστοσύνη και κοινές αξίες. Στάθηκε ιδιαιτέρως στην ελληνική λέξη “μεράκι”, δηλώνοντας ότι αποτελεί την ουσία της προσπάθειας: να εργάζεσαι με πάθος, αφοσίωση και ουσία, στοιχείο που —όπως είπε— λείπει από τη γλώσσα αλλά όχι από το πνεύμα της Ιταλίας.
Αμφότεροι οι ηγέτες επιβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους να ενισχύσουν την παρουσία των χωρών τους στον ευρωμεσογειακό διάλογο, να υποστηρίξουν την πορεία των Δυτικών Βαλκανίων προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και να προχωρήσουν με νέα έργα υποδομών, όπως νέα υποθαλάσσια καλώδια και συνεργασίες στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας και της καταπολέμησης οργανωμένων εγκληματικών δικτύων.
Με φόντο το γεγονός ότι Ελλάδα και Ιταλία θα ασκήσουν διαδοχικά την Προεδρία της ΕΕ το 2027 και 2028 αντίστοιχα, οι δύο χώρες προετοιμάζονται από κοινού ώστε να διαμορφώσουν ένα συνεκτικό ευρωπαϊκό πρόγραμμα με στρατηγικές προτεραιότητες και σαφή πολιτικό προσανατολισμό. Η ιταλική και η ελληνική κυβέρνηση αναγνωρίζουν ότι οι χώρες του Νότου, οι άλλοτε “ασθενείς κρίκοι” της Ευρώπης, είναι πλέον στην πρώτη γραμμή της ανάκαμψης και της μεταρρύθμισης, αποδεικνύοντας ότι ο δυναμισμός και η πολιτική βούληση υπερβαίνουν τα παλιά στερεότυπα.
Η 2η Σύνοδος του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας–Ιταλίας έκλεισε με την κοινή διακήρυξη των δύο ηγετών, η οποία περιλαμβάνει 14 συμφωνίες και μνημόνια συνεργασίας, αναδεικνύοντας ένα νέο μοντέλο σύγχρονης ευρωμεσογειακής συμμαχίας, με όραμα, πράξη και σαφή γεωπολιτικό προσανατολισμό.