Μια υπόθεση που εγείρει σοβαρά ερωτήματα νομικής ασφάλειας και διαχειριστικής συνέπειας στο Δημόσιο έρχεται στο φως από το debater μετά από καταγγελία εργαζομένου στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ). Διοικητικοί υπάλληλοι καλούνται να επιστρέψουν ποσά που έλαβαν στο πλαίσιο του επιδόματος πληροφορικής μεταξύ 2000 και 2008, παρά το γεγονός ότι η καταβολή έγινε με τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις. Ακόμη πιο σοκαριστικό είναι το ότι, σύμφωνα με όσα καταγγέλλονται, σε ορισμένες περιπτώσεις ζητείται η επιστροφή των χρημάτων ακόμη και από συγγενείς υπαλλήλων που έχουν αποβιώσει, ή από συνταξιούχους – σε κάποιους μάλιστα με πρόσθετη επιβάρυνση τόκων υπερημερίας.
Η υπόθεση ξεκινά από δικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν μετά το 2000, με τις οποίες δικαιώθηκαν υπάλληλοι για την καταβολή του επιδόματος πληροφορικής, βάσει του τότε νομοθετικού πλαισίου. Ωστόσο, το 2019, ο Άρειος Πάγος –μετά από αναίρεση– ακύρωσε προηγούμενες αποφάσεις, κρίνοντας ότι οι προσφεύγοντες δεν πληρούσαν τα αναγκαία κριτήρια για τη χορήγηση του επιδόματος. Αυτό που προκαλεί αντιδράσεις είναι ότι η ανατροπή έγινε αναδρομικά, χωρίς να προβλέπεται –σύμφωνα με τους εργαζόμενους– επαρκής προστασία ή στοιχειώδης πρόβλεψη για την αποφυγή οικονομικής εξόντωσης πολιτών που ενήργησαν καλή τη πίστει, βάσει δικαστικών αποφάσεων.
Ο Σύλλογος Εργαζομένων του ΕΜΠ εκφράζει έντονη ανησυχία, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για μια «καραμπινάτη περίπτωση θεσμικής αδικίας», καθώς ουσιαστικά τιμωρούνται υπάλληλοι για αποφάσεις που ελήφθησαν στο πλαίσιο της νόμιμης διαδικασίας. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι κάποιοι από τους θιγόμενους δεν είχαν νομική εκπροσώπηση στη δίκη του Αρείου Πάγου, ούτε ενημερώθηκαν επαρκώς για τη διαδικασία. Το ζήτημα περιπλέκεται περαιτέρω από το άρθρο 20, παρ. 5, του ν. 3801/2009, το οποίο αναφέρει ρητά ότι ποσά που καταβλήθηκαν για επίδομα πληροφορικής μέχρι την ημερομηνία εκείνη θεωρούνται νομίμως καταβληθέντα και δεν αναζητούνται. Παρά ταύτα, κάποιες υπηρεσίες φαίνεται να αγνοούν ή να ερμηνεύουν διαφορετικά τη διάταξη, προκαλώντας νομική σύγχυση και ανασφάλεια δικαίου. Ο Σύλλογος καλεί σε άμεση πολιτική παρέμβαση, ζητώντας ξεκάθαρη νομοθετική ρύθμιση που να προστατεύει τους υπαλλήλους από τέτοιου είδους αναδρομικές απαιτήσεις, οι οποίες –όπως τονίζεται– υπονομεύουν τη σταθερότητα, τη δικαιοσύνη και την ίδια την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς.