Η Elise Monsanto είναι μόλις 22 ετών και βλέπει τον χρόνο διαφορετικά απ’ ό,τι οι γενιές πριν από αυτήν. Για εκείνη, όπως και για πολλούς συνομηλίκους της, η ζωή δεν είναι αγώνας ταχύτητας. Δεν έχει ακόμη αποκτήσει δίπλωμα οδήγησης – κι ούτε βιάζεται. Δεν έχει ζήσει τον έρωτα ή τη μέθη των σχέσεων – και αυτό δεν τη βαραίνει. «Φοβάμαι να ξεκινήσω κάποια πράγματα», λέει με ειλικρίνεια, «αλλά ξέρω ότι θα έρθει η στιγμή τους». Η Gen Z, η γενιά που ακολουθεί τους millennials, δεν αρνείται τα παραδοσιακά ορόσημα της ενηλικίωσης – απλώς τα αναβάλλει. Δεν απορρίπτει την ιδέα της καριέρας, της οικογένειας ή της ανεξαρτησίας, αλλά θέλει να φτάσει εκεί με τον δικό της ρυθμό, χωρίς την πίεση του «πρέπει» και του «τώρα».
Το φαινόμενο δεν αφορά μόνο την Elise. Πρόκειται για μια ολόκληρη τάση. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι νέοι 21 ετών σήμερα είναι οικονομικά λιγότερο ανεξάρτητοι απ’ ό,τι οι 21χρονοι της δεκαετίας του 1980. Πολλοί ζουν ακόμη με τις οικογένειές τους, άλλοι εργάζονται μερικώς ή στρέφονται πρώτα στην εκπαίδευση, καθυστερώντας την πλήρη είσοδο στην αγορά εργασίας. Και όταν τελικά βγουν, έχουν ήδη περάσει τα 24 ή τα 25. Σύμφωνα με τον Richard Fry του Pew Research Center, «τα 25 είναι τα νέα 21». Κι αυτό, εξηγεί, οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους: η μεγαλύτερη εστίαση στην εκπαίδευση και η οικονομική αστάθεια, που καθιστά δύσκολη τη μετάβαση στην ανεξάρτητη ζωή. Οι ενοικιάσεις σε πόλεις-κλειδιά για την απασχόληση φτάνουν σε δυσθεώρητα επίπεδα, οδηγώντας πολλούς νέους πίσω στο πατρικό τους.
Ο Lenny Zaleski, 22 ετών, ετοιμάζεται να αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο του Dayton και να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι στο Σικάγο. Δεν είναι επιλογή από ανάγκη, λέει, αλλά από λογική. Το κόστος ενοικίασης είναι εξωπραγματικό και η επιστροφή στο σπίτι θα του δώσει τον χρόνο και τον χώρο να αποταμιεύσει και να σχεδιάσει με περισσότερη ασφάλεια το μέλλον του. Η καθημερινότητά του με την οικογένειά του δεν τον βαραίνει. Αντιθέτως, αισθάνεται ευγνωμοσύνη. «Η ζωή εκεί έχει ποιότητα. Είναι κοντά οι παππούδες μου, έχω παρέα, και το κυριότερο: μπορώ να στήσω τις βάσεις για κάτι σταθερότερο», λέει. Ο ψυχολόγος Jean Twenge παρατηρεί ότι η Gen Z ζει σε μια πραγματικότητα όπου η μακροζωία είναι πλέον δεδομένη. «Όταν η ζωή είναι μακρύτερη, δεν υπάρχει λόγος να βιάζεσαι. Η “αργή ζωή” είναι στρατηγική επιβίωσης, όχι τεμπελιά», σημειώνει.
Η ενηλικίωση αλλάζει πρόσωπο
Οι νέοι δεν απορρίπτουν την ενηλικίωση – απλώς την επαναπροσδιορίζουν. Οι σχέσεις, οι γάμοι και τα παιδιά έρχονται αργότερα. Οι εμπειρίες ωριμότητας καθυστερούν. Δεν πρόκειται απαραίτητα για άρνηση των αξιών, αλλά για αναπροσαρμογή των προτεραιοτήτων και του τρόπου με τον οποίο ζουν και επιλέγουν. Αυτό το «αργό πέρασμα» στην ενηλικίωση οφείλεται εν μέρει και στην ανατροφή τους. Οι γονείς της Gen Z είναι πιο προστατευτικοί, πιο παρεμβατικοί, γεγονός που καθυστερεί την ανεξαρτησία. Σε έναν κόσμο με διαρκή επιτήρηση και υπερσύνδεση, οι νέοι διστάζουν περισσότερο, φοβούνται τις αποτυχίες, επιλέγουν να προχωρούν μόνο όταν νιώθουν έτοιμοι.
Συχνά η Gen Z κρίνεται με δίπολα: δεν πίνουν – μπράβο, δεν εργάζονται – κακό. Όμως, αυτή η λογική χάνει το βαθύτερο νόημα. Η Gen Z δεν υστερεί σε αξίες ή φιλοδοξίες, αλλά ζει σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο από αυτόν που μεγάλωσαν οι γονείς της. Δεν υπάρχουν σταθερά μοντέλα καριέρας, ούτε σίγουροι μισθοί, ούτε εύκολη πρόσβαση σε στέγαση. Κι όμως, προχωρούν. Αργά, προσεκτικά, αλλά σταθερά. Και ίσως, τελικά, αυτό να είναι το πιο ώριμο πράγμα που μπορεί να κάνει μια νέα γενιά: να μην προσποιείται ότι είναι ενήλικη πριν είναι έτοιμη να γίνει.